ἀπαριθμήσεις

ἀπαριθμήσεις
ἀπαρίθμησις
counting over
fem nom/voc pl (attic epic)
ἀπαρίθμησις
counting over
fem nom/acc pl (attic)
ἀπαριθμέω
count over
aor subj act 2nd sg (epic)
ἀπαριθμέω
count over
fut ind act 2nd sg
ἀ̱παριθμήσεις , ἀπαριθμέω
count over
futperf ind act 2nd sg (doric aeolic)
ἀπαριθμέω
count over
aor subj act 2nd sg (epic)
ἀπαριθμέω
count over
fut ind act 2nd sg
ἀπᾱριθμήσεις , ἀπαριθμέω
count over
futperf ind act 2nd sg (doric aeolic)

Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες). 2014.

Игры ⚽ Поможем решить контрольную работу

Look at other dictionaries:

  • απογραφή — Στατιστική εργασία με τη βοήθεια της οποίας υπολογίζεται περιοδικά και ταυτόχρονα ο αριθμός των κατοίκων μιας περιοχής και η βιολογική (ηλικία, φύλο) και κοινωνική (ιθαγένεια, γλώσσα, εκπαίδευση, θρησκεία, οικονομική και επαγγελματική κατηγορία)… …   Dictionary of Greek

  • Ντεκάρ, Ρενέ — (Rene Descartes, Λα E, Τουρέν 1596 – Στοκχόλμη 1650). Γάλλος φιλόσοφος και μαθηματικός. Σπούδασε έως το 1612 στο κολέγιο των ιησουιτών Λα Φλες. Από την οικογένειά του προοριζόταν για το στρατιωτικό επάγγελμα· στρατεύτηκε στην υπηρεσία του ηγεμόνα …   Dictionary of Greek

Share the article and excerpts

Direct link
Do a right-click on the link above
and select “Copy Link”